Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

παράνομη υλοτόμηση


Κρούσματα παράνομης υλοτόμησης δένδρων βελανιδιάς στο αρχέγονο άλσος του Αη Λιά της Δημοτικής Κοινότητας Καρδιτσομαγούλας καταγράφηκαν το τελευταίο διάστημα.

Το πρώτο κρούσμα σημειώθηκε προ δεκαπενθημέρου, όταν διαπιστώθηκε ότι άγνωστοι έκοψαν και μετέφεραν σε άγνωστο σημείο δύο μεγάλες βελανιδιές, ενώ την Κυριακή σημειώθηκε νέο κρούσμα με την κοπή μιας ακόμη βελανιδιάς.

Η Πρόεδρος της Δημοτικής Κοινότητας κ. Μαρία Καρέτσου κατήγγειλε όλα τα κρούσματα στη Αστυνομική Δ/νση και το Δασαρχείο Καρδίτσας, το οποίο και διενήργησε αυτοψία, ενώ ενημέρωσε την Υπηρεσία Πρασίνου και τους αντιδημάρχους με αρμοδιότητες για θέματα πρασίνου και δασών κ.κ. Λαμ. Τσιούκη και Αθαν. Μαρκινό αντίστοιχα. Το χώρο επισκέφθηκε μαζί με κατοίκους της περιοχής και ο Δημοτικός Σύμβουλος κ. Χαρ. Παπαδημητρίου.

Το γεγονός έχει προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην τοπική κοινωνία της Καρδιτσομαγούλας και όχι μόνο, καθώς το άλσος του Προφήτη Ηλία με τα αιωνόβια δένδρα του αποτελεί ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα τμήματα αρχέγονου δάσους της περιοχής μας, είναι σημείο αναφοράς και άμεσα συνδεδεμένο με την αγροτική ζωή και τις κοινωνικές εκδηλώσεις των κατοίκων της Καρδιτσομαγούλας, ενώ το επισκέπτονται και χιλιάδες άτομα απ' όλη την επικράτεια του Δήμου.

Οι κάτοικοι της Καρδιτσομαγούλας ζητούν από τις αρμόδιες Υπηρεσίες τον εντοπισμό των δραστών και την παραδειγματική τιμωρία, ενώ είναι αποφασισμένοι να προστατέψουν το άλσος από τέτοια φαινόμενα γι΄ αυτό και προχώρησαν ήδη στη συγκρότηση ομάδων περιφρούρησης.

Με δεδομένο ότι το φαινόμενο των λαθραίων υλοτομήσεων βρίσκεται σε έξαρση σε όλη τη χώρα απαιτείται η ευαισθητοποίηση όλων των πολιτών και η άμεση καταγγελία τέτοιων ενεργειών στις αρμόδιες Υπηρεσίες.

Πηγή:thessalianews


αντάρτικο αεροδρόμιο


Στο οροπέδιο της Νεβρόπολης, εκεί που σήμερα βρίσκεται η Λίμνη Πλαστήρα, κατά τη διάρκεια της κατοχής είχε κατασκευαστεί και λειτουργούσε το αντάρτικο αεροδρόμιο, κάτω από τη μύτη των κατακτητών. Η οροσειρά των Αγράφων και η Πίνδος γενικότερα ήταν η καρδιά της Εθνικής Αντίστασης. Εδώ βρήκαν την καταλληλότερη περιοχή οι αντάρτες για να πολεμήσουν τους Γερμανούς, όπως έκαναν και παλιότερα οι Κλεφταρματωλοί. Η Αντίσταση όμως έπρεπε να έχει δίαυλο επικοινωνίας με το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής. Έτσι, αποφασίστηκε η κατασκευή ενός αεροδρομίου ‘’φάντασμα’’ στο οροπέδιο της Νεβρόπολης, σε υψόμετρο 800 μέτρα.

Το αεροδρόμιο κατασκευάστηκε το 1943 και την επίβλεψη είχαν οι μηχανικοί Γ.Κουβαρετάκης, Λ.Σαμουηλίδης και Γ.Βλάχος. Για τη διαμόρφωση του χώρου προσέφεραν τις υπηρεσίες τους πάνω από 700 κάτοικοι των γύρω χωριών. Υπεύθυνος για το έργο είχε οριστεί κάποιος Αγγλος λοχαγός ονόματι Ντένις. Η πρώτη προσγείωση συμμαχικού αεροσκάφους πραγματοποιήθηκε στις 9 Αυγούστου 1943. Επρόκειτο για μία Βρετανική Ντακότα, η οποία μετέφερε στο Κάιρο τους Αγγλους αξιωματικούς Μάγερς, Γουάλας, Χάμσον και μία αντιστασιακή αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τους Πυρομάγλου (απεσταλμένο του ΕΔΕΣ), Καρτάλη (απεσταλμένο της ΕΚΚΑ), Τσιριμώκο (απεσταλμένο του ΕΑΜ), Ρούσσο (απεσταλμένο του ΚΚΕ), Τζήμα (απεσταλμένο του ΕΛΑΣ) και Δεσποτόπουλο ως νομικό σύμβουλο της αποστολής.
Εκτοτε, το αεροδρόμιο χρησιμοποιήθηκε από πολλά συμμαχικά αεροπλάνα που μετέφεραν ανθρώπους και υλικά. Ο χωμάτινος διάδρομος προσγείωσης την ημέρα ήταν διάσπαρτος από μεγάλα δέντρα και κάρα φορτωμένα σανό, τα οποία έμοιαζαν με θημωνιές. Τη νύχτα, εφόσον βέβαια υπήρχε προγραμματισμένη πτήση, τα δέντρα και τα κάρα εξαφανίζονταν και τη θέση τους έπαιρναν λάμπες θυέλλης που έδειχναν στον πιλότο τη θέση του διαδρόμου.
Οι δυσκολίες όμως στο να λειτουργήσει και να υποστηριχθεί ένα τέτοιο έργο υπό αυτές τις συνθήκες ήταν τεράστιες. Ετσι, συνέβαιναν και αρκετά απρόοπτα. Οπως, όταν κατά τη διάρκεια μιας βροχερής νύχτας, ο διάδρομος είχε μετατραπεί σε βούρκο, με αποτέλεσμα ένα συμμαχικό αεροπλάνο να βουλιάξει στη λάσπη. Όλες οι προσπάθειες για αποκόλλησή του κατά τη διάρκεια της νύχτας απέτυχαν. Τα ξημερώματα, οι αντάρτες το καμουφλάρουν με κλαδιά για να μην είναι ορατό από τα εχθρικά αεροπλάνα και πέφτοντας η νύχτα το έζεψαν σε βόδια και άλογα που προσέφεραν οι κάτοικοι των γύρω χωριών. Μετά από πολλές προσπάθειες η επιχείρηση στέφθηκε με επιτυχία και το αεροπλάνο βρέθηκε ξανά στον αέρα για να συνεχίσει το έργο του ενάντια στους κατακτητές.
Οι Γερμανοί, που γνώριζαν την ύπαρξη του αεροδρομίου, έκαναν πολλές προσπάθειες να το ανακαλύψουν, με συνεχείς πτήσεις στην περιοχή. Κάποια στιγμή, περιχαρείς πίστεψαν οτι το κατάφεραν και πολυβολούσαν κατά διαστήματα εναντίον του. Επρόκειτο όμως για έναν δεύτερο, παραπλανητικό διάδρομο που είχε κατασκευαστεί γι’ αυτό το σκοπό και που άφηνε κάποια ‘’εμφανή σημάδια’’ ορατά στον εχθρό.
Το αντάρτικο αεροδρόμιο γνώρισε “νύχτες δόξας” κατά τη διάρκεια της κατοχής και συνέβαλε σημαντικά στη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων. Σήμερα, όπως αναφέραμε πιό πάνω, αναπαύεται συντροφιά με χιλιάδες αναμνήσεις και στιγμές ηρωισμού στο βυθό της Λίμνης Πλαστήρα.


Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

νικόλαος πλαστήρας


Η Λίμνη Πλαστήρα τα τελευταία χρόμια έχει εξελιχθεί σε έναν από τους δημοφιλέστερους χειμερινούς ( και όχι μόνο) προορισμούς της χώρας.
Πολύ συχνά βλέπουμε στην τηλεόραση ή σε περιοδικά ‘’Αποδράσεις στη Λίμνη Πλαστήρα’’, ‘’Ιππασία στις όχθες της Λίμνης Πλαστήρα’’, ‘’Λίμνη Πλαστήρα, η μικρή Ελβετία’’ κλπ.
Ο υπεύθυνος για τη δημιουργία αυτού του ειδυλλιακού προορισμού, όπως και για πολλά άλλα σημαντικά πράγματα στην πατρίδα μας, ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας. Φυσικά, στα αρχικά του σχέδια δεν ήταν η τουριστική αξιοποίηση της Λίμνης Πλαστήρα. Ούτε βέβαια θα δεχόταν ποτέ, αυτός ο μετριόφρων και ανιδιοτελής άνδρας, να πάρει το όνομα του η Λίμνη. Από την πλευρά της όμως η πολιτεία φρόντισε να τον τιμήσει και να μετονομάσει τη Λίμνη Μέγδοβα ή Λίμνη Ταυρωπού, όπως ήταν γνωστή, σε Λίμνη Νικολάου Πλαστήρα.
Ας μάθουμε όμως λίγα πράγματα για τη ζωή του:
Ο Νικόλαος Πλαστήρας γεννήθηκε το 1881 και μεγάλωσε στη Καρδίτσα. Πατέρας του ήταν ο Χρήστος Πλαστήρας από το Βουνέσι (σημερινό Μορφοβούνι) και μητέρα του η Στεργιάννω, το γένος Καραγιώργου, από την Μπεζούλα. Νεαρός ακόμα, κατατάχθηκε ως εθελοντής στο Στρατό (1904), στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων, με το βαθμό του Δεκανέα. Το 1905 πήρε μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα. Από νωρίς φάνηκε οτι πρόκειται για ένα χαρισματικό άτομο με πολλές αρετές.
Από το 1910 εως το 1912 φοίτησε στη Σχολή Υπαξιωματικών της Κέρκυρας και κατόπιν πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913) με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Τότε ήταν που οι στρατιώτες,εντυπωσιασμένοι από το θάρρος του, του έδωσαν το προσωνύμιο ‘’Μαύρος Καβαλάρης’’. Το 1914 πήρε μέρος στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα. Το 1916 είχε ενεργό συμμετοχή στο κίνημα της ‘’Εθνικής Άμυνας’’ του Ελευθερίου Βενιζέλου και την ίδια χρονιά τραυματίζεται στο Μακεδονικό Μέτωπο και προάγεται σε Ταγματάρχη. Το 1918, μετά τη συμμετοχή του στη μάχη του Σκρα, προάγεται επ’ ανδραγαθεία στο βαθμό του Αντισυνταγματάρχη. Το 1919, μετά τη συμμετοχή του στην εκστρατεία της Ουκρανίας, προάγεται σε Συνταγματάρχη και αποβιβάζεται στη Σμύρνη ως επικεφαλής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων.
Στη μικρασιατική εκστρατεία ήταν που αναδείχτηκε όλο το στρατιωτικό μεγαλείο του Νικολάου Πλαστήρα, κερδίζοντας τη μία μάχη μετά την άλλη. Εγινε θρύλλος για τους Ελληνες στρατιώτες και εφιάλτης για τους εχθρούς που τον ονομάζουν ‘’καρά πιπέρ’’ (μαύρο πιπέρι) και το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων ‘’Σειτάν ασκέ’’ (στρατός του διαβόλου). Με την κατάρευση του μετώπου το 5/42 Σύνταγμα ήταν το μόνο που έκανε τακτική υποχώρηση, δίνοντας μάχες και σώζοντας πολλούς άλλους στρατιώτες από μονάδες που είχαν διαλυθεί, ενώ έδωσε το χρόνο στον απλό λαό να προλάβει να φύγει και να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Το 5/42 Σύνταγμα επέστρεψε μέσω της χερσονήσου της Ερυθραίας, κάνοντας τη διαδρομή Σμύρνη – Αλάτσατα – Τσεσμές – Χίος.
Το Σεπτέμβρη του 1922, ο Πλαστήρας μαζί με τους Γονατά και Φωκά κάνουν την επανάσταση της Χίου – Μυτιλήνης, ανατρέπουν την κυβέρνηση και αναγκάζουν το βασιλιά Κωνσταντίνο να παραιτηθεί υπέρ του Γεωργίου του Β’. Επίσης εκτονώνουν τη λαική απαίτηση για παραδειγματική τιμωρία των υπευθύνων της Μικρασιατικής καταστροφής με τη γνωστή ‘’εκτέλεση των έξι’’. Κατά τη διάρκεια της επαναστατικής κυβέρνησης έδωσε λύση στο πρόβλημα της στέγασης χιλιάδων οικογενειών προσφύγων και έλυσε δυναμικά το αγροτικό ζήτημα, όταν το 1923 με διάταγμα το μεγαλύτερο μέρος των τσιφλικιών διανεμήθηκε στους ακτήμονες.
Τον Ιανουάριο του 1924 ο Ν.Πλαστήρας παραδίδει την εξουσία στη Βουλή των Ελλήνων και ανακηρύσσεται από τη Δ Εθνοσυνέλευση‘’Αξιος της Πατρίδος’’.

Αποστρατεύεται με το βαθμό του Αντιστρατήγου και ακολούθως φεύγει για το εξωτερικό για να φροντίσει την κλονισμένη υγεία του. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δε συμμετέχει στην πολιτική ζωή της χώρας, ενώ διώκεται και από τη δικτατορία του Πάγκαλου.
Μετά τη λήξη της κατοχής και αφού προηγήθηκαν τα Δεκεμβριανά του 1944, σχηματίστηκε κυβέρνηση με επικεφαλής το Νικόλαο Πλαστήρα ως προσωπικότητα ευρείας αποδοχής. Στο διάστημα της πρωθυπουργίας του, στο οποίο υπογράφτηκε και η Συνθήκη της Βάρκιζας, προσπάθησε να αποτρέψει τον διαφαινόμενο Εμφύλιο πόλεμο. Η αγγλική όμως πολιτική μεθόδευσε την παραίτηση του Πλαστήρα και την ανακήρυξη του μητροπολίτη Δαμασκηνού ως Αντιβασιλέα. Ετσι λίγο αργότερα ξέσπασε και ο εμφύλιος σπαραγμός.
Ο Νικόλαος Πλαστήρας επανέρχεται στην πολιτική σκηνή, μετά το τέλος του εμφυλίου, ως επικεφαλής της ΕΠΕΚ και σχηματίζει δύο κυβερνήσεις συνασπισμού Κεντρώων κομμάτων το διάστημα 1950 – 1952. Ασκώντας μετριοπαθή πολιτική, έδωσε βάρος στις εθνικοποιήσεις, στην αξιοποίηση της αμερικάνικης βοήθειας με διαφανείς διαδικασίες, στη διασφάλιση κοινωνικών παροχών, στην ψήφιση νέου συντάγματος και στο δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Το 1952 υπέστη εγκεφαλικό επισόδιο και λίγους μήνες αργότερα, στις 26/7/1953 άφησε την τελευταία του πνοή, στηνΑθήνα, σκορπώντας θλίψη στο Πανελλήνιο. Ο τάφος του Ν. Πλαστήρα βρίσκεται στο Α Νεκροταφείο Αθηνών και είναι από τους πιό λιτούς, όπως ήταν και η ζωή που έζησε αυτός ο ‘’Αξιος της Πατρίδος’’ άνδρας, που ποτέ του δεν απόκτησε περιουσία και έμεινε στην ιστορία ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα πολιτικού που πέθανε “στην ψάθα”.
Με τέτοια πολύπλευρη προσφορά προς τη χώρα, το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει η πολιτεία για να τον τιμήσει (και το έκανε) ήταν να ονομάσει Λίμνη Πλαστήρα αυτό το μεγαλειώδες για την εποχή της σύλληψης, αλλά και της κατασκευής του έργο, το οποίο εν καιρώ εξελίχθηκε σε ένα από τα ομορφότερα και τουριστικότερα κομμάτια της Ελλάδας.






Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

η ονομασία άγραφα


Τα Αγραφα, περιοχή στην οποία βρίσκεται και η Λιμνη Πλαστηρα, αποτελούν το νότιο τμήμα της οροσειράς της Πίνδου, μιας άγριας και μεγαλόπρεπης ορεινής περιοχής της Ελλάδας. Το γιατί ονομάστηκαν έτσι δεν είναι μετά βεβαιότητας αποδεδειγμένο. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές, μερικές από τις οποίες είναι οι εξής:
  1. Το όνομα Αγραφα προήλθε από την αρχαία χώρα Αγραία, που περιλάμβανε την περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Αγραφιώτη και Ασπροπόταμο (Αχελώο).
  2. Η ονομασία προήλθε από τις δυσκολίες που συναντούσαν οι Βυζαντινοί στην είσπραξη των φόρων, λόγω των ατίθασων κατοίκων της περιοχής που δεν γράφονταν στους φορολογικούς καταλόγους. Λέγεται μάλιστα οτι είχαν πετύχει ειδικά προνόμια αυτονομίας και φοροαπαλλαγής, οπότε και έμειναν ‘’άγραφοι’’.
  3. Κατά μία άλλη εκδοχή η ονομασία επικράτησε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν επίσης οι κάτοικοι παρέμειναν άγραφοι στους φορολογικούς καταλόγους. Και αυτό γιατί οι Τούρκοι, λόγω του ορεινού και δύσβατου εδάφους, δεν κατάφεραν να τους γράψουν, σε αντίθεση με τα 15 χωριά της Πίνδου που βρίσκονται ανατολικά από τον ποταμό Καλαμά, τα ονομαζόμενα Γραμμενοχώρια, που υποτάχθηκαν στους Τούρκους και στη φορολογική τους πολιτική.
  4. Μία επίσης βάσιμη εκδοχή είναι να πήραν το όνομά τους από το κεφαλοχώρι Αγραφα που βρίσκεται φωλιασμένο στην καρδιά αυτών των απρόσιτων βουνών, ανάμεσα στις κορυφές Νιάλα, Καμάρια, Σβόνι και δεν διακρίνεται εύκολα παρά μόνο όταν κάποιος φτάσει στα πρώτα σπίτια του. Ενα χωριό δηλαδή χαμένο, ‘’άγραφο’’.
  5. Τέλος, κατά το Βυζαντινό χρονογράφο Μιχαήλ Ψελλό (1018-1078 μ.Χ.), το όνομα δόθηκε στην περιοχή πολλούς αιώνες πριν από τους Τούρκους. Συγκεκριμένα, την εποχή της Εικονομαχίας ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Κοπρώνυμος (741 – 775 μ.Χ.) έστειλε ανθρώπους του σε ολόκληρη την αυτοκρατορία για να διαπιστώσουν αν εκτελέστηκαν οι εντολές του για αφαίρεση των εικόνων από τις εκκλησίες. Πραγματικά, στα πεδινά της Θεσσαλίας οι εικόνες είχαν αφαιρεθεί από τους ναούς. Οταν όμως οι απεσταλμένοι του έφτασαν στην ορεινή περιοχή διαπίστωσαν με έκπληξη οτι οι εικόνες βρίσκονταν στη θέση τους. Προσπάθησαν τότε να πείσουν τους κατοίκους να συμμορφωθούν με τις διαταγές. Εκείνοι όμως, άνθρωποι περήφανοι, ανυπότακτοι και τραχείς, όχι μόνο δεν τους άκουσαν αλλά τους σκότωσαν κιόλας γιατί τους θεώρησαν ασεβείς και ιερόσυλους. Οταν πληροφορήθηκαν το περιστατικό στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας εξοργισμένος διέταξε να διαγράψουν αυτή την περιοχή από τους χάρτες της αυτοκρατορίας. Ετσι, η ορεινή αυτή περιοχή ονομάστηκε Αγραφα.

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

ιστορία του νομού μας


Ιστορία νομού Καρδίτσας - Η πόλη της Καρδίτσας
Οι παλαιότερες θέσεις κατοίκησης έχουν επισημανθεί στις πεδινές περιοχές του νομού. Εκεί η εύφορη γη με τα άφθονα νερά ευνοούσε την εγκατάσταση, όπως το Καρποχώρι, η Σικυώνα, η Μύρινα, η Μαγούλα, η Μαγουλίτσα, ο Πρόδρομος, όπου εντοπίστηκαν δείγματα κεραμικής της 6ης χιλιετίας π.Χ. Χαρακτηριστικό είναι το πήλινο ομοίωμα σπιτιού, με θαυμάσια γραπτή διακόσμηση, που βρέθηκε στο νεολιθικό οικισμό Μύρινα, με άνοιγμα στη στέγη για την εστία και στο δάπεδο δύο τρύπες, προφανώς για τους κίονες.
Από τις αρχαιότερες πόλεις, η Άρνη, υπήρξε έδρα των Βοιωτών πριν από την εγκατάσταση των Θεσσαλών, δηλαδή πριν από το 1900 π.Χ. Άρνη ήταν η κόρη του Αίολου και μητέρα του γενάρχη Βοιωτού. Στα Ιστορικά Χρόνια η πόλη μετονομάστηκε Κιέριο. Σύμφωνα με τις επιγραφές ταυτίζεται με την αρχαία θέση «Ογλά» , δυτικά από το χωριό Πύργος Κιερίου, πολύ κοντά στον Κουάριο ή Κουράλιο ποταμό (Σοφαδίτικο). Σώζονται ερείπια από τα ισχυρά τείχη και από άλλα κτίσματα. Η Άρνη τοποθετείται στη θέση «Μακριά Μαγούλα». Το Κιέριο ήταν μια από τις τρεις σημαντικές πόλεις του σημερινού νομού (οι άλλες δυο ήταν η Μητρόπολη και οι Γόμφοι) και χαρακτηρίζεται πρώτη πρωτεύουσα της Θεσσαλιώτιδας, στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Τότε κόπηκαν και τα πρώτα χάλκινα και αργυρά νομίσματα. Εικονίζει το Δία και την Άρνη, κοριτσάκι να παίζει γονατιστή αστραγάλους. Στα ασημένια εικονίζεται και ο Ασκληπιός, η λατρεία τουοποίου έχει τις ρίζες στη Θεσσαλία. Στην πόλη λάτρευαν και τον Ποσειδώνα Κουέριο, επίθετο που συσχετίζει το θεό με το ποτάμι, το νερό και τις πηγές. Επιγραφές σώζουν πληροφορίες για επιφανείς Κιέριους που έγιναν ταγοί, στρατηγοί, γραμματείς του Κοινού των Θεσσαλών, ιερομνήμονες στους Δελφούς, πρόξενοι σε άλλες θεσσαλικές πόλεις, και νίκησαν σε αγώνες. Μια επιγραφή του 1ου αιώνα π.Χ. αναφέρεται σε δικαστική απόφαση του Κοινού των Θεσσαλών, όπου δικαιώθηκε το Κιέριο, σε εδαφική διαφορά με τη Μητρόπολη. Η Μητρόπολη βρισκόταν στη θέση του σημερινού ομώνυμου χωριού και έχει εντοπιστεί από ενεπίγραφο γωνιόλιθο σε σπίτι. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές δημιουργήθηκε με το συνοικισμό τριών μικρών οικισμών. Η πρώτη αναφορά στην πόλη διασώθηκε σε επιγραφή των Δελφών του 360 π.Χ. όπου η πόλη συμμετείχε στην ανακατασκευή του ναού του Απόλλλωνα με το σεβαστό ποσό των 120 δρχ. Αργότερα συνοικίστηκαν άλλες γειτονικές πόλεις στη Μητρόπολη, όπως το Ονθύριο, οι Πολίχνες και η Ιθώμη, που είχε πάρει μέρος στον Τρωικό Πόλεμο με τους βασιλείς της Τρίκκης, Ποδαλείριο και Μαχάονα, τους γιους του Ασκληπιού. Τα παλαιότερα αργυρό νομίσματα της Μητρόπολης χρονολογούνται στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. και στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. κόπηκαν χάλκινα νομίσματα με την Αφροδίτη - κύρια. θεότητα - ή το περιστέρι, σύμβολο της θεάς. Στη Μητρόπολη λατρεύονταν επίσης ο Δίας, ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας, ο Διόνυσος και οι Μοίρες.
Στη θέση «Επισκοπή», στην αριστερή όχθη του ποταμού Πάμισου, κοντά στο Μουζάκι, έχουν επισημανθεί τα ερείπια της αρχαίας πόλης Γόμφοι. Λείψανα από τα ισχυρό τείχη της έχουν επισημανθεί στην κορυφή του λόφου στα βόρεια της πόλης. Στα χρόνια του Φιλίππου Β' είχε μετονομαστεί σε Φιλιππόπολη. Τότε, γύρω στα 340 π.Χ., έκοψε τα πρώτα αργυρά νομίσματα και αργότερα χάλκινα, με το όνομα Γόμφοι. Εδώ λάτρευαν το Δία Ακραίο - συναντάται και με το επίθετο Παλάμνιος - και το Διόνυσο Κάρπιο. Το 198 π.Χ. οι Γόμφοι περιέρχονται στο βασίλειο της Αθαμανίας, του Αμύνανδρου. Η Αθαμανία ήταν η περιοχή της κεντρικής Πίνδου που διαρρέεται από τον Άνω Αχελώο, τον αρχαίο Ίναχο. Περιελάμβανε το νοτιοανατολικό τμήμα της Ηπείρου και το δυτικό ορεινό τμήμα της Θεσσαλίας. Αθαμάνες και Μολοσσοί αποκαλούνται λαοί της Ηπείρου από το Στράβωνα. Η ορεινή περιοχή του νομού Καρδίτσας, όπου βρίσκονται τα χωριά της Αργιθέας, αποτελούσαν στην αρχαιότητα τμήμα της Αθαμανίας. Οι Αθαμάνες ήταν ένα από τα ελληνικά φύλα που εγκαταστάθηκαν εδώ τη 2η χιλιετία π.Χ. και πήραν μέρος στις μετακινήσεις των Ελλήνων στα τέλη του 12ου αιώνα π.Χ. ως τον 9οαιώνα π.Χ. Γενάρχης τους, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Απολλόδωρου, ήταν ο Αθάμας, βασιλιάς της Βοιωτίας, ο οποίος εγκαταστάθηκε στις πλαγιές της Πίνδου μετά από περιπλανήσεις και «φιλοξενήθηκε» από άγρια ζώα. Διώχθηκε από την πατρίδα του επειδή είχε σκοτώσει το γιο του - με την Ινώ - Λέαρχο.
Στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. οι Αθαμάνες ήταν φίλοι των Λακεδαιμονίων, ενώ το 395 π.Χ. συμμετείχαν στη συμμαχία Αθηναίων, Βοιωτών, Θεσσαλών και άλλων. Το 375 π.Χ. συμμετείχαν στη Β' Αθηναϊκή Συμμαχία και στον Γ’ Ιερό πόλεμο, το 355 π.Χ., συμμάχησαν με Θεσσαλούς, Μακεδόνες και άλλους Έλληνες εναντίον των Φωκέων. Γνωστοί βασιλείς των Αθαμάνων υπήρξαν ο Θεόδωρος και ο Αμύνανδρος. Στα χρόνια που κυβέρνησε ο Αμύνανδρος, η Αθαμανία υπήρξε σημαντικός πολιτικός και στρατιωτικός παράγων, λόγω της θέσης της ανάμεσα στην Αιτωλία και τη Μακεδονία. Στα 198 - 191 π.Χ. τα όριά της είχαν επεκταθεί ανατολικά σε αρκετές θεσσαλικές πόλεις, την Τρίκκη, τη Φαλώρεια, το Αιγίνιο, τις οποίες ο Αμύνανδρος είχε αποσπάσει από το Φίλιππο Ε' της Μακεδονίας. Στην κρίσιμη για την ιστορία του έθνους μας μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., Μολοσσοί και Αθαμάνες τάχθηκαν στο πλευρό του Μακεδόνα Περσέα, σε μια τελευταία προσπάθεια να αντισταθούν στους Ρωμαίους. Οι Έλληνες έχασαν τη μάχη και ο νικητής Αιμίλιος Παύλος επιδόθηκε σε λεηλασίες και καταστροφές. Αργότερα, το 48 π.Χ., τις διαφορές Πομπηίου Καίσαρα στο ρωμαϊκό εμφύλιο πλήρωσαν οι Γόμφοι με λεηλασία, καταστροφές και θανατώσεις πολιτών. Επιγραφή του 165 π.Χ., που βρέθηκε στους Δελφούς, αναφέρεται στο Κοινό των Αθαμάνων, το οποίο κράτησε τουλάχιστον ως το 80 π.Χ., σύμφωνα με επιγραφή που βρέθηκε στη Λάρισα. Πρωτεύουσα των Αθαμάνων ήταν η Αργιθέα. Λείψανα έχουν εντοπιστεί κοντά στο ομώνυμο χωριό. Άλλες σπουδαίες πόλεις ήταν η Θευδορία ή Θεοδωρία (Θεοδωριανά Άρτας), η Τετραφυλία στην κοιλάδα του Αχελώου, η Ηράκλεια (Βουλγαρέλι ή Δροσοπηγή Άρτας), η Χαλκίδα (Χαλίκι Τρικάλων), το Πότναιο ή Πότνειο (στην περιοχή της Ελάτης Τρικάλων).
Ο χριστιανισμός επικράτησε νωρίς στην Καρδίτσα και το πανθεσσαλικό ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς, «παρά τον Κουράλιον», μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Ανακαλύφθηκαν λείψανα παλαιοχριστιανικής βασιλικής (5ου αιώνα), ρωμαϊκό ή παλαιοχριστιανικό ψηφιδωτό δάπεδο και χριστιανικοί τάφοι μεταγενέστεροι της βασιλικής. Η περιοχή δέχτηκε καταστροφικές επιδρομές από τους εχθρούς της βυζαντινής αυτοκρατορίας και κυρίως από τους Βούλγαρους. Οι Γόμφοι και η Μητρόπολη ήταν από τις σημαντικότερες πόλεις της Θεσσαλίας και ο Ιουστινιανός (527-565) ανακαίνισε την οχύρωση.
Όταν κατέλαβαν το νομό οι Τούρκοι στα 1420, οι κάτοικοι αποσύρθηκαν στις δυσπρόσιτες πλαγιές των Αγράφων, εξασφαλίζοντας την ελευθερία τους. Οι κατακτητές αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν προνόμια, τα οποία ανανεώθηκαν με τη συνθήκη του Ταμασίου, το 1525 - αφού δεν κατάφεραν να υποτάξουν τους κατοίκους. Με τη συνθήκη απαγορευόταν η εγκατάσταση Τούρκων στην περιοχή. Έτσι λειτούργησαν ονομαστές σχολές, όπως των Βραγκιανών, όπου δίδαξε ο Ευγένιος Γιαννούλης και φοίτησε ο Κοσμάς ο Αιτωλός και ο Βραγκιανός δάσκαλος του Γένους Αναστάσιος Γόρδιος.
Γνωστή ήταν και η σχολή Φουρνά, με αξιόλογο εργαστήρι αγιογραφίας, όπως δείχνουν οι κατάγραφες εκκλησίες των Αγράφων. Οι Αγραφιώτες έδωσαν πρώτοι το σύνθημα της εξέγερσης το 1854 και η επανάσταση εξαπλώθηκε σε όλη τη Θεσσαλία. Μεγάλη μορφή του αγώνα υπήρξε ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος. Παρά την εξάπλωση της επανάστασης και τις πρώτες νίκες, οι Έλληνες έχασαν ακόμα μια ευκαιρία να επεκτείνουν το κράτος, εξαιτίας της στάσης της Αγγλίας και της Γαλλίας, που υποστήριξαν ανεπιφύλακτα την Τουρκία και άσκησαν πίεση στην ελληνική κυβέρνηση, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των στρατευμάτων και την ήττα της 6ης Ιουνίου 1854. Προσαρτήθηκε στην Ελλάδα το 1881.
Η Καρδίτσα ήταν η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής (2-9-1943). Η είδηση μεταδόθηκε σε όλες τις γλώσσες από το ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου: «Οι Έλληνες αντάρτες απελευθέρωσαν την Καρδίτσα. Είναι η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώνεται από δυνάμεις αντιστάσεως».
Η πόλη της Καρδίτσας
Η Καρδίτσα, η πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού, χτισμένη σε παραπόταμο του Πηνειού, σε απόσταση 10 χλμ από τις υπώρειες της Πίνδου (και σε υψόμετρο 110 μέτρων), ακριβώς στο μέσον της Ελλάδας, στην καρδιά του εύφορου θεσσαλικού κάμπου - από όπου πιθανώς και το όνομα - αποτελεί διοικητικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο του νομού, με ζωηρή εμπορική κίνηση. Οι ευρύχωρες πλατείες, το μεγάλο πάρκο Παυσίλυπο οι πεζόδρομοι, οι μικροί πευκώνες και τα καλλωπιστικό φυτά, ανάμεσα σε παλαιά και σύγχρονα κτίρια, δίνουν αέρα και ξεχωριστό χρώμα στην πόλη. Η Καρδίτσα ιδρύθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, στα τέλη του 17ου αιώνα από τους κατακτητές, που δεν άντεχαν τις επιθέσεις των Αγραφιωτών. Μαζί εγκαταστάθηκαν και ορισμένοι εύποροι Έλληνες. Η πρώτη σημαντική μαρτυρία για την πόλη προέρχεται από πρόθεση της Ι. Μ. Αγ. Τριάδας (Δρακότρυπα), όπου γίνεται λόγος για τη "Μαγούλα Καρδιτζίου" (μέσα 18ουαιώνα). 'Άλλωστε ο Άγγλος περιηγητής Leake θα επιβεβαιώσει την ύπαρξη της πόλης στα 1810. Γύρω στα 1810 -1818 αποτελούσε ήδη σταθμό και κέντρο εμπορίου ανάμεσα στην πεδινή και την ορεινή περιοχή. Στα 1821 η πανώλη ερήμωσε την πόλη. Κατοικήθηκε ξανά μετά τον απελευθερωτικό αγώνα, το 1858. Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στη συνοικία Βαρούσι - 32 οικογένειες - και συνέχισαν τον αγώνα με τη γη και τον εχθρό. Η πόλη της Καρδίτσας θα ανακηρυχθεί σε δήμο το 1882.
Οι κάτοικοι της, όπως όλοι οι Θεσσαλοί, είναι ζεστοί. Η καλύτερη εποχή να επισκεφθείτε την Καρδίτσα είναι οι αρχές Σεπτεμβρίου, όταν γίνεται το Διεθνές Χορωδιακό Φεστιβάλ. Συγκροτήματα μεγάλα, από όλο τον κόσμο, φιλοξενούνται στην πόλη και εμφανίζονται στο δημοτικό κινηματοθέατρο.
Το μεγάλο πάρκο του Παυσίλυπου, αποτελεί για την πόλη κόσμημα. Οι μελέτες επέκτασης και ένωσης του Παυσίλυπου με την πλατεία Πλαστήρα κατόρθωσαν να συνδυάσουν τη λειτουργικότητα με την καλαισθησία και το σεβασμό για τις ανάγκες του σημερινού πολίτη, καθιστώντας το κέντρο αναφοράς και συνάντησης.
Δεν είναι πάρα πολλά σε αριθμό τα αξιοθέατα της πόλης, αλλά τούτη η ποσοτική έλλειψη, που οφείλεται άλλωστε και στη μικρή ηλικία της, αντισταθμίζεται από το εξαιρετικό ενδιαφέρον που αυτά παρουσιάζουν.
Η μητρόπολη του Αγίου Κων/νου του 19ου αιώνα φιλοξενεί τοιχογραφίες του γνωστού Kαρδιτσιώτη ζωγράφου Δημήτρη Γιολδάση. Όμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο κοσμεί την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής (Καμινάδων), επίσης του 19ου αιώνα.
Το δημοτικό κτήριο της νέας αγοράς, το οποίο αποπερατώθηκε στις πρώτες δεκαετίας του αιώνα, αναμένεται να ξεχωρίσει ακόμα περισσότερο με τα προγράμματα ανάδειξης. Αξιοσημείωτος είναι ο μνημειακός χαρακτήρας του καθώς αποτελεί αντιπροσωπευτικό, και ίσως το μοναδικό εναπομένον παράδειγμα του αρχιτεκτονικού στιλ των αρχών του αιώνα που έγινε γνωστό ως "Μοντέρνο Κίνημα" βασισμένο στον αρχιτεκτονικό τύπο (αγοράς) της Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής περιόδου.
Εξαιρετικά είναι και τα νεοκλασικά κτίρια του πρώην κιν/φου "Παλλάς" και του ξενοδοχείου Άρνη. Το "Παλλάς" χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και αρχικά λειτουργούσε ως ξενοδοχείο. Εδώ φιλοξενήθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος όταν επισκέφθηκε την πόλη το 1911. Το ξενοδοχείο "Άρνη" κτίσθηκε το 1920 από γάλλο αρχιτέκτονα και διαθέτει θολωτό τρούλο.
Επιβλητικός ο ανδριάντας του Ν. Πλαστήρα (του Μαύρου Καβαλάρη), λιτή, σεμνή και διακριτική η προτομή του Γ. Καραϊσκάκη έρχονται να υπογραμμίσουν την παρουσία των δύο ανδρών και τη σημασία τους στη νεότερη ελληνική ιστορία.
Μία σειρά από μερικά εξαιρετικά στοιχεία αρχιτεκτονικής και ιστορικής αναφοράς προσδιορίζουν ακόμα την ταυτότητα της πόλης: Το Δικαστικό Μέγαρο, το ανακαινισμένο οίκημα της Επισκοπής, το αξιόλογο πέτρινο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, το Λαογραφικό Μουσείο (έτος ίδρυσης 1980) όπου εκτίθεται η συλλογή έργων του Γ. Βαλταδώρου και συχνά πραγματοποιούνται εκθέσεις ελλήνων δημιουργών.